Ένα κύμα αντιδράσεων και συζητήσεων έχει προκληθεί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης, μετά τις δηλώσεις φορολογικών στοιχείων μιας πασίγνωστης influencer στην Ελλάδα. Η γνωστή προσωπικότητα του Instagram και του YouTube βρέθηκε στο στόχαστρο της ΑΑΔΕ (Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων) όταν οι δηλώσεις της για τα εισοδήματά της προκάλεσαν ερωτηματικά, τόσο για την ακρίβεια όσο και για την ειλικρίνεια τους.
Η Κατάσταση που Προκάλεσε τον Σάλο
Η εν λόγω influencer, η οποία έχει εκατοντάδες χιλιάδες ακολούθους στα κοινωνικά δίκτυα και συχνά διαφημίζει προϊόντα και υπηρεσίες μέσω των πλατφορμών της, δήλωσε στην εφορία ετήσιο εισόδημα που δεν ξεπερνά τα 10.000 ευρώ. Αυτό το ποσό θεωρείται ιδιαίτερα χαμηλό, δεδομένης της φαινομενικής επιτυχίας της και της συχνότητας με την οποία δημοσιεύει διαφημιστικό περιεχόμενο, τόσο μέσω των stories όσο και μέσω αναρτήσεων και βίντεο.
Η αντίδραση της ΑΑΔΕ ήταν άμεση. Οι αρμόδιοι φορολογικοί υπάλληλοι άρχισαν να εξετάζουν τις λεπτομέρειες των δηλώσεων της influencer, καθώς το εισόδημα που ανέφερε δεν συνάδει με τον τρόπο ζωής της, όπως αυτός προβάλλεται δημοσίως. Επιπλέον, η συγκεκριμένη υπόθεση ανοίγει το θέμα της φορολόγησης των influencers και των δημιουργών περιεχομένου, μια σχετικά νέα κατηγορία επαγγελματιών που μέχρι τώρα μπορεί να λειτουργούσε σε ένα πλαίσιο “γκρίζας ζώνης”.
Ο Έλεγχος της ΑΑΔΕ και οι Τεκμαρτές Εκτιμήσεις
Η ΑΑΔΕ, έχοντας στη διάθεσή της πληθώρα εργαλείων, όπως η σύγκριση τεκμαρτών δαπανών και εισοδημάτων, αλλά και η δυνατότητα άντλησης πληροφοριών από τις ψηφιακές πλατφόρμες, εξετάζει κατά πόσο τα εισοδήματα που δηλώθηκαν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Η πιθανότητα ενός “λαβράκι” φαντάζει όλο και πιο πιθανή, καθώς τα ποσά που αφορούν τις διαφημιστικές συμφωνίες των influencers μπορεί να είναι αρκετά υψηλά, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για γνωστά brands.
Είναι σημαντικό να αναφερθεί πως η φορολογική νομοθεσία στην Ελλάδα προβλέπει τη φορολόγηση βάσει τεκμαρτών εισοδημάτων σε περιπτώσεις όπου τα δηλωμένα ποσά δεν φαίνεται να ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Έτσι, η influencer μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπη με αυξημένες φορολογικές υποχρεώσεις, ακόμα και αν τα πραγματικά της εισοδήματα δεν φτάνουν τα ποσά που υπολογίζονται με βάση τα τεκμήρια.
Το Νέο Περιβάλλον για τους Influencers και Δημιουργούς Περιεχομένου
Η υπόθεση αυτή φέρνει στο προσκήνιο τη γενικότερη συζήτηση για τον τρόπο με τον οποίο οι influencers πρέπει να αντιμετωπίζουν τις φορολογικές τους υποχρεώσεις. Η ενασχόληση με τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης έχει εξελιχθεί από χόμπι σε μια άκρως επικερδή επιχείρηση, κάτι που σημαίνει ότι οι δημιουργοί περιεχομένου πρέπει να είναι πλήρως ενήμεροι και συμμορφωμένοι με τις φορολογικές τους υποχρεώσεις.
Αυτή η υπόθεση ενδέχεται να αποτελέσει το έναυσμα για αυστηρότερους ελέγχους και κανονισμούς, καθώς οι αρμόδιες αρχές θα προσπαθήσουν να διασφαλίσουν ότι όλοι όσοι κερδίζουν χρήματα μέσω των ψηφιακών πλατφορμών συμβάλλουν δίκαια στο δημόσιο ταμείο. Επιπλέον, μπορεί να δημιουργήσει προηγούμενο για άλλες χώρες που αντιμετωπίζουν παρόμοιες προκλήσεις με τη φορολόγηση των influencers.
Συμπέρασμα
Η περίπτωση της συγκεκριμένης influencer αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του πώς η αλματώδης ανάπτυξη των κοινωνικών δικτύων και του influencer marketing φέρνει νέες προκλήσεις για τη φορολογική διακυβέρνηση. Οι αρχές καλούνται να προσαρμοστούν και να αναπτύξουν μηχανισμούς που θα διασφαλίζουν τη διαφάνεια και τη δικαιοσύνη στη φορολόγηση όλων των επαγγελματικών δραστηριοτήτων, ανεξάρτητα από το μέσο μέσω του οποίου πραγματοποιούνται. Η υπόθεση αυτή θα συνεχίσει να παρακολουθείται με μεγάλο ενδιαφέρον, καθώς ενδέχεται να ανοίξει νέους δρόμους στη φορολογική πολιτική της χώρας.