Ο Πασχάλης Πράντζιος αποτελεί έναν από τους πλέον αγαπητούς συγγραφείς στο χώρο της σύχρονης λογοτεχνίας, έχοντας κερδίσει την καρδιά χιλιάδων Ελλήνων αναγνωστών. Αυτή τη περίοδο, παρουσιάζει το νέο του βιβλίο που έχει τίτλο «Ξανάγινε τρεις…» από τις εκδόσεις Ωκεανίδα. Ένα αφηγηματικό μυθιστόρημα, μια προσωπική μαρτυρία, μια ιστορία βαθιά φιλοσοφημένη, με έντονη πλοκή, ανατροπές και αριστοτεχνικά σκιαγραφημένους τους χαρακτήρες των ηρώων.
Από τον Άγγελο Γεραιουδάκη
Πώς γεννήθηκε η ιδέα του νέου σας βιβλίου με τίτλο «Ξανάγινε τρεις…»;
Σε μια αλλαγή της ώρας, ένα τελευταίο Σάββατο του Οκτώβρη, πριν λίγα χρόνια. Χάριν αστειότητας, ρώτησα έναν καλό μου φίλο τι θα ήθελε να κάνει στο διάστημα αυτό της «κενής» ώρας, αν κανείς δεν θα μπορούσε να αποδείξει εκ των υστέρων την πράξη αυτή. Καθώς γελούσαμε με τα σχέδιά μας, σημείωσα κάπου τη φράση – επωδό του βιβλίου: Ώρα τέσσερις ακριβώς. Ξανάγινε τρεις.
Όταν, κάθε τελευταίο Σάββατο του Οκτώβρη, οι δείκτες του ρολογιού επιστρέφουν από το 4 π.μ. στο 3 π.μ. ο χρόνος τελικά χάνεται;
Και να χανόταν, δεν θα μπορούσα να το αποδείξω. Ο χαμένος αυτός χρόνος είναι ένα «παιχνίδι» που μοιράζομαι εξ αρχής σ’ αυτό το βιβλίο με τον αναγνώστη. Μια αφορμή για περισυλλογή. Για όλες αυτές τις σημαντικές αποφάσεις που δεν έχουμε τολμήσει να πραγματοποιήσουμε. Για τα όνειρα που δεν αναζητήσαμε. Για το χρόνο που αφήσαμε ανεκμετάλλευτο ή τον ξοδέψαμε με λάθος ανθρώπους. Για τις στιγμές που δεν σπουδαιολογήσαμε και τις παραμερίσαμε στο όνομα μιας διάρκειας που ποτέ δεν ήρθε.
Στο μυθιστόρημα σας γράφετε: «Χρόνος και έρωτας ισοψηφούν τότε και στήνεται ανακωχή. Αυτή την ανακωχή οι άνθρωποι την ονομάζουν στιγμή». Υπάρχει ανακωχή με τον χρόνο;
Συνεκδοχικά, ναι, υπάρχει. Στη μάταιη προσπάθεια του ανθρώπου να νικήσει με τον οποιοδήποτε τρόπο το χρόνο είτε καθυστερώντας το γήρας είτε αναζητώντας τρόπους να κερδίσει την «αθανασία», ο μόνος δρόμος που δεν οδηγεί στη ματαιοδοξία είναι αυτός της ανακωχής. Μια ανακωχή που συνίσταται στην αναγνώριση της παντοδυναμίας του χρόνου και συνακόλουθα στην αδυναμία της ανθρώπινης φύσης να τα βάλει μαζί του. Μια ανακωχή που μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο να απολαύσει την κάθε στιγμή που του δημιουργεί πληρότητα σαν να μην υπάρχει αύριο, να μην εμποδίζει το αύριο την απόλαυση του τώρα.
Στην ιστορία σας αναφέρετε ότι σήμερα κυριαρχεί ο τέταρτος κόσμος. Ποιος είναι αυτός;
Πρόκειται για μια ρήση του βιβλίου που αναφέρεται, για να δημιουργήσει προβληματισμό στη σκέψη του αναγνώστη. Μετά την πλήρη, ως φαίνεται, αποτυχία του πρώτου κόσμου του καπιταλισμού της Δύσης, την κατάρρευση του δεύτερου με τα κομμουνιστικά κράτη και την απόλυτη εξαθλίωση του τρίτου κόσμου της Αφρικής, ξεπηδά η καινούρια πραγματικότητα που αφορά τον ιστορικό μας χρόνο. Αυτός είναι ο τέταρτος κόσμος. Το σήμερα. Ο κόσμος της κατάρρευσης των ιδεολογιών και της απομυθοποίησης των ονείρων.
Έχετε γράψει μέχρι στιγμής πέντε μυθιστορήματα, τα οποία όλα κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ωκεανίδα. Με ποια κριτήρια επιλέγετε κάθε φορά τι θα μας παρουσιάσετε;
Κάθε φορά που αποφασίζω να παρουσιάσω μια καινούρια συγγραφική δουλειά, προσδοκώ να μην επαναλαμβάνομαι. Να θέτω στόχους που αφορούν το εκάστοτε λογοτεχνικό είδος που επιλέγω να υπηρετήσω και να τους υλοποιώ. Προσπαθώ και δουλεύω πολύ ως προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει απόλυτα ότι το καταφέρνω κιόλας. Είναι «στοίχημα» πάντως για μένα να προσπαθώ να εξελίσσομαι συγγραφικά μέσα από κάθε μυθιστορηματικό βήμα.
Η συγγραφή πώς προέκυψε στη ζωή σας;
Υπήρχε ανέκαθεν. Απλώς, από ένα σημείο και μετά αποφάσισα να μην γράφω μονάχα για μένα.
Τι λατρεύετε και τι αντιπαθείτε στην καθημερινότητα σας;
Τίποτα από τα δύο, δεδομένου ότι δεν αγαπώ να χαρακτηρίζουν την καθημερινότητά μου ακραία συναισθήματα. Στην καθημερινότητά μου πασχίζω να κρατώ ισορροπίες είτε στον εργασιακό μου χώρο είτε σε κοινωνικό ή προσωπικό επίπεδο. Επιλογές θέλω να έχω και μεταξύ των επιλογών μου δεν είναι ούτε η λατρεία ούτε η αντιπάθεια.
Ποια θεωρείτε τη μεγαλύτερη ανατροπή στην ιστορία της ζωής σας;
Το ότι με θεωρούσα πικρό κι έμαθα πως έχω ζάχαρο!
Ποια είναι τα βραχυπρόθεσμα όνειρα σας;
Αν τα όνειρα ήταν βραχυπρόθεσμα, δεν θα ήταν όνειρα. Η εκπλήρωση ενός βραχυπρόθεσμου ονείρου, μονάχα ως σταθμός για ξεκούραση ευσταθεί, ως ανατροφοδότηση φωτός, για να προχωρά κανείς πιο κάτω. Στην παρούσα φάση της ζωής μου θέλω να συνεχίσω τις μεταπτυχιακές μου σπουδές στη θεατρολογία και συγκεκριμένα στην αρχαία ελληνική τραγωδία. Εργάζομαι πολλές ώρες ημερησίως για την επιβίωσή μου κι είναι αμφίβολο αν θα καταφέρω να φέρω σε πέρας το εγχείρημα αυτό. Ωστόσο, αποτελεί ένα όνειρο. Βραχυπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο.