Ο Ντόναλντ Τραμπ προκαλεί ξανά, αυτή τη φορά με μια ανάρτηση στο Truth Social, όπου καλεί τους Αμερικανούς να εστιάσουν στα ζητήματα της μετανάστευσης αντί να ανησυχούν για τον Βλαντιμίρ Πούτιν.
Η τοποθέτηση του πρώην προέδρου των ΗΠΑ ήρθε λίγες ώρες μετά τη Σύνοδο στο Λονδίνο για την Ουκρανία, και όπως ήταν αναμενόμενο, έχει προκαλέσει ποικίλες αντιδράσεις.
«Ο Πούτιν δεν είναι το πρόβλημα – Οι μετανάστες είναι»
Με τη γνώριμη επιθετική ρητορική του, ο Τραμπ επανέφερε το ζήτημα της μετανάστευσης – μια από τις βασικές ατζέντες του κατά την προεδρική του θητεία – τονίζοντας πως οι ΗΠΑ πρέπει να ανησυχούν λιγότερο για τον Ρώσο πρόεδρο και περισσότερο για την εγκληματικότητα που προκαλούν οι παράτυποι μετανάστες.
«Θα πρέπει να περνάμε λιγότερο χρόνο ανησυχώντας για τον Πούτιν και περισσότερο για τις συμμορίες των μεταναστών που βιάζουν, τους βαρώνους ναρκωτικών, τους δολοφόνους και τους ανθρώπους από ψυχιατρικά ιδρύματα που μπαίνουν στη χώρα μας – Για να μην καταλήξουμε σαν την Ευρώπη!» έγραψε χαρακτηριστικά.
«Φρένο» στις κυβερνοεπιθέσεις κατά της Ρωσίας
Στο μεταξύ, σύμφωνα με αμερικανικά ΜΜΕ, ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Πιτ Χέγκσεθ ζήτησε από την αμερικανική υπηρεσία κυβερνοασφάλειας να σταματήσει κάθε δραστηριότητα που αφορά τη Ρωσία, συμπεριλαμβανομένων των επιθετικών επιχειρήσεων στον κυβερνοχώρο.
Όπως αναφέρουν οι New York Times, η απόφαση αυτή εντάσσεται σε μια ευρύτερη επανεξέταση των αμερικανικών στρατηγικών απέναντι στη Ρωσία, χωρίς να έχει διευκρινιστεί η διάρκειά της.
Το Πεντάγωνο απέφυγε να κάνει επίσημο σχόλιο, με αξιωματούχο να δηλώνει πως «η ασφάλεια των μαχόμενων παραμένει η απόλυτη προτεραιότητα».
Προεκλογική στρατηγική ή αλλαγή πλεύσης;
Οι δηλώσεις του Τραμπ και οι νέες κινήσεις των ΗΠΑ γεννούν ερωτήματα για το αν βρισκόμαστε μπροστά σε μια αλλαγή στάσης απέναντι στη Ρωσία ή αν πρόκειται για ένα ακόμη κομμάτι της προεκλογικής στρατηγικής του πρώην προέδρου, ο οποίος επιχειρεί να επαναφέρει στο προσκήνιο την ατζέντα του περί μετανάστευσης και «νόμου και τάξης».
Το σίγουρο είναι πως η τοποθέτησή του δεν πέρασε απαρατήρητη και αναμένεται να πυροδοτήσει νέες πολιτικές αντιπαραθέσεις στις ΗΠΑ.