«Γεννήθηκα το 1929 και έτσι από το 1933 έχω μνήμες, να κάθομαι στην κουζίνα και να ακούω την φωνή του Χίτλερ στο ραδιόφωνο. Είναι δύσκολο να το περιγράψω αλλά η φωνή του Χίτλερ ήταν μαγευτική», έχει γράψει στο βιβλίο του, «Explaining Hitler» («εξηγώντας τον Χίτλερ», ο Γαλλοαμερικανός συγγραφέας Τζορτζ Στάινερ, ο οποίος θεωρείται ένας από τους πιο μορφωμένους ανθρώπους στον κόσμο.
Ο Στάινερ έμαθε να διαβάζει την Ιλιάδα, στην αυθεντική, ελληνική γραφή, σε ηλικία έξι ετών, μιλώντας ήδη μάθει γερμανικά, αγγλικά και γαλλικά. Και όμως, αυτός που περιγράφηκε από τον Guardian ως «ένα από τα μεγαλύτερα μυαλά του σημερινού λογοτεχνικού κόσμου» δεν έχει διστάσει να ομολογήσει ότι – αν και είχε εβραϊκές ρίζες – υπήρξε ένας από αυτούς που ένιωσε να υπόκειται σε βαθιά επιρροή από τη ρητορική του Αδόλφου Χίτλερ.
Και αν αυτό συνέβαινε μέσω ραδιοφώνου με τον Στάινερ, φανταστείτε το επίπεδο χειραγώγησης που θα μπορούσε να πετύχει σε ένα ζωντανό ακροατήριο ο «πατέρας» του ναζισμού. Τι ήταν αυτό όμως που έκανε τόσο γοητευτικό και βαθιά επιδραστικό το λόγο του; Ο Χίτλερ είχε… πιάσει το νόημα από πολύ νωρίς, για την ακρίβεια υπήρξε πρωτοπόρος και πολιτικός – πρότυπο στην έννοια δημαγωγία.
«Ξέρω ότι οι άνδρες κέρδισαν πολύ λιγότερα από την συγγραφή σε σχέση με τον προφορικό λόγο, αφού κάθε μεγάλη δράση σε αυτή τη γη οφείλεται σε μεγάλους ρήτορες και όχι σε μεγάλους συγγραφείς», έγραφε από το 1925 κιόλας στο βιβλίο του «Ο Αγών μου». Ακολουθώντας αυτή τη φιλοσοφία ο Χίτλερ έδωσε πάνω από 5.000 λόγους στους οποίους μεταξύ άλλων υπόσχονταν στο ακροατήριο του μία αυτοκρατορία που θα διαρκούσε 1000 χρόνια.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Μπρους Λεμπς, ο οποίος ασχολείται με τη «ρητορική του Χίτλερ» τα τελευταία 46 χρόνια διδάσκοντας στο πανεπιστήμιο του Αϊντάχο, ο Φύρερ δούλευε καθημερινά το χάρισμα του.
Το ασφυκτικό περιβάλλον που δημιουργήθηκε στη Γερμανία μετά την συνθηκολόγηση του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και τη ύφεση της παγκόσμιας οικονομίας οδήγησαν την δεκαετία του 1930, στην ραγδαία ανέλιξη του Χίτλερ.
«Οι άνθρωποι είχαν την διάθεση να τον ακολουθήσουν, γιατί εκείνη την περίοδο έδειχνε να έχει τις κατάλληλες απαντήσεις σε μία εποχή οικονομικής αναταραχής. Είχε ταλέντο, αλλά εργάστηκε και σκληρά για να γίνει ένας χαρισματικός ρήτορας, έτσι ώστε να ξεσηκώνει και να συνεπαίρνει τα πλήθη», εξηγεί ο Λεμπς.
«Πολλές φορές δούλευε μέχρι αργά το βράδυ για τους λόγους του απασχολώντας τρεις γραμματείς, ενώ ο ίδιος διόρθωνε το τελικό κείμενο», αναφέρει ο Βρετανός ιστορικός, Ιαν Κέρσο.
Ο υπουργός προπαγάνδας των ναζί, Γιόζεφ Γκέμπελς ανέφερε στο ημερολόγιο του ότι ο Χίτλερ έφτιαχνε μόνος του τους λόγους του και πολλές φορές τους άλλαζε έως και 5 φορές προτού τους ολοκληρώσει, δουλεύοντας έως αργά το βράδυ.
«Απλά δεν εμπιστεύονταν κανένα να γράψει τους λόγους τους. Λογικό από τη στιγμή που είχε δημιουργήσει τη δική του πολιτική θεωρία, ως βασιλιάς του ναζισμού. Είναι πολύ σπάνιο στην ιστορία του πολιτικού κόσμου να ταυτίζεται μια προσωπικότητα με μια ιδεολογία», αναφέρει από την πλευρά του ο ιστορικός Ρόμπερτ Γουέιτ.
Δεν ήταν όμως μόνο οι σχολαστικές προετοιμασίες των λόγων του στο χαρτί, αλλά και στον… καθρέφτη που ανέδειξαν τον Χίτλερ σε νούμερο 1 δημαγωγό της παγκόσμιας ιστορίας.
Συνήθιζε να προβάρει τις ομιλίες του βλέποντας το είδωλο του, ώστε να εξασκεί τη γλώσσα του σώματος και τις κινήσεις των χεριών του.
Πέραν αυτών, είχε και προσωπικό φωτογράφο, τον φίλο του Χάινριχ Χόφμαν, που σύμφωνα με τις ιστορικές αναφορές τον έβγαλε περί τα 2 εκατ. φωτογραφίες, τη συντριπτική πλειονότητα των οποίων κατέστρεψε ο ίδιος ο Φύρερ.
«Δεν υπάρχει άλλος φωτογράφος στην ιστορία που να είχε αποκλειστική πρόσβαση σε έναν αρχηγό κράτους, τον οποίο και δίδασκε πως να βελτιώσει την δημόσια εικόνα του», σχολιάζει ο επίσης ιστορικός Ρότζερ Μουρχάουζ, αναδεικνύοντας την πρωτοπορία του Χίτλερ και στο επίπεδο του image, το οποίο θα γινόταν πολλά χρόνια αργότερα θεσμός στις πολιτικές αυλές των κρατικών ηγετών.